Ο όρος ακατέργαστη μορφή ενέργειας ή ακατέργαστη ενέργεια αναφέρεται στο είδος ενέργειας που βρίσκεται σε τέτοια μορφή η οποία δεν μπορεί να αξιοποιηθεί άμεσα από τον παραλήπτη ενέργειας.
Το αντίθετο της ακατέργαστης ενέργειας είναι η χρήσιμη ενέργεια.
Ανάλογα με τον παραλήπτη ενέργειας, η ίδια μορφή ενέργειας μπορεί να χαρακτηριστεί άλλοτε χρήσιμη και άλλοτε ακατέργαστη. Για παράδειγμα, ο άνεμος είναι ακατέργαστη μορφή ενέργειας για μια ηλεκτρική συσκευή αλλά είναι χρήσιμη μορφή ενέργειας για μια ανεμογεννήτρια ή για ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος.