Στην κρίσιμη οικονομική περίοδο που περνάει η Ελλάδα, μάλλον δεν υπάρχει πια το παλιότερο δίλημμα για το αν είναι καλύτερη ενεργειακή πολιτική η επιδίωξη της εξαγωγής των υδρογονανθράκων της ή αν είναι προτιμότερο να επενδύσει στις ΑΠΕ λόγω του ήλιου, του αέρα και των λοιπών φυσικών πόρων που διαθέτει. Είναι μάλλον αυτονόητο πως η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων που φαίνεται πως διαθέτει η χώρα, πρέπει να αποτελέσει αναγκαία προτεραιότητα της ενεργειακής και οικονομικής πολιτικής της, καθώς αυτό θα δώσει δυναμική ώθηση στην οικονομία. Όμως παράλληλα πρέπει να συνεχιστεί η υποστήριξη των ΑΠΕ, των δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας καθώς και της έρευνας για νέες μορφές καθαρών εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Πρέπει βέβαια να υπάρχει και μέριμνα ώστε η δραστηριότητα εξαγωγής των κοιτασμάτων να γίνει με σωστό τρόπο ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο περιβαλλοντικής επιβάρυνσης. Αυτό είναι εφικτό εφόσον γίνει σωστός σχεδιασμός. Δεν πρέπει λοιπόν να θεωρείται πως η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων της Ελλάδας είναι μη περιβαλλοντική δραστηριότητα, ούτε πρέπει οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας να μπουν σε δεύτερη μοίρα. Αλλώστε, ακόμα και χώρες – πρότυπα στον περιβαλλοντικό τομέα, όπως οι Σκανδιναβικές (Νορβηγία, Σουηδία κλπ), στηρίζουν την οικονομία τους σε μεγάλο βαθμό σε δραστηριότητες παραδοσιακά θεωρούμενες ως μη φιλικές προς στο περιβάλλον, όπως π.χ. εξαγωγή των κοιτασμάτων πετρελαίου που διαθέτουν, βαριά βιομηχανία κλπ. Φροντίζουν όμως να εφαρμόζουν στις δραστηριότητες αυτές νέες τεχνικές, φιλικές προς το περιβάλλον ενώ στηρίζουν παράλληλα τις ΑΠΕ. Αυτό το μοντέλο λοιπόν θα ήταν πιθανώς το ιδανικό για την ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας: αρχικά μια περίοδος εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων που διαθέτει με ταυτόχρονη υποστήριξη των καθαρών μορφών ενέργειας, και στη συνέχεια σταδιακή μετατόπιση εξολοκλήρου προς τις καθαρές μορφές ενέργειας, στο βαθμό που το επιτρέπουν οι τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις.
14/03/2012